Μη αναμενομενα συνέβησαν από τα μεσάνυχτα του Σαββάτου και έπειτα. Κατ'αρχήν ο ευεργέτης μου είχε δίκιο, το καλοκαίρι γίνονται οι καλύτερες διασυνδέσεις. Αντί της κλασσικής απαξίωσης να σου γυρίσει το βλέμμα βλέπεις κόσμο πρόθυμο να σου μιλήσει. Κατά δεύτερον έγινα ψάλτης. Μου έκαναν σινιάλο να ανέβω στο Ψαλτήρι και καθόμουν και έψελνα. Ούτε αυτό το περίμενα. Ωστόσο δεν είναι αυτό το κύριο θέμα της ανάρτησης σήμερα.
Ο μεγάλος αριθμός χωρόν στο παγκόσμιο σύστημα, σε διαφορετικά επίπεδα οικονομικής ανάπτυξης την κάποια κατανόηση των αιτιών και των επιτυχημένων μοντέλων ανάπτυξης. Επίσης η οικονομική επιστήμη είναι τόσο λίγο ανεπτυγμένη και τόσο ιδεολογικοποιημένη ώστε και ένας άσχετος να μπορεί να βγάλει συμπεράσματα αν και όχι κατ'ανάγκης να τα δημοσιεύσει επιστημονικώς.
Στην μεταπολεμική περίοδο το πλέον επιτυχημένο μοντέλο ανάπτυξης ήταν της Ανατολικής Ασίας: ανάπτυξη με σκοπό της εξαγωγές στις πλούσιες χώρες. Αρχικά ξεκίνησε από τους 4 τίγρεις (Ταιβάν, Νότια Κορέα, Χονγκ Κονγκ, Σιγκαπούρη), επεκτάθηκε στους Νέους Τίγρεις (Μαλαισία, Ινδονησία, Ταϋλάνδη, Φιλιππινες) και πλέον έχει επεκταθεί στην Κίνα. Εν αντιθέσει με το Ευρωπαϊκό μοντέλος της εθνικής εσωτερικής ανάπτυξης και ενδυνάμωσης η βιομηχανία στηρίχθηκε όχι στις εσωτερικές δυνάμεις αλλά στις εξωτερικές. Για την ιστορία τα άλλα μοντέλα που δοκιμάσθηκαν την ίδια εποχή (και αργότερα) ήταν το ευρωπαϊκό σοσιαλδημοκρατικό/εθνικιστικό μοντέλος της ανάπτυξης της εθνικής οικονομίας για την εσωτερική αγορα (και κάτι λίγες εξαγωγές αν υπήρχε συγκριτικό πλεονέκτημα) με αύξηση της αγοράς μέσω κυρίως κατακτητικών πολέμων, το κομμουνιστικό μοντέλο της γραφεικρατικά ελεγχόμενης οικονομίας, πάντα πουσαρισμένης πάνω από τις πραγματικές της δυνατότητες (εξου και κατέρρευσε) και οι γενικότερες παραλλαγές αυτών. Εννοείται πως καμία οικονομία δεν αντιστοιχούσε ποτέ σε ένα τέλειο υπόδειγμα του μοντέλου.
Το ασιατικό μοντέλο προέβλεπε ότι παράγουμε για τις αγορές των οποίων οι καταναλώτες μπορούν να εκτιμήσουν τα φτηνά προϊόντα μας, όχι για τους ντόπιους που δεν μπορούν να τα αγοράσουν. Επέτρεψε σε εκατομμύρια να ανέλθουν από την αγροτική ανέχεια στην αστική φτώχεια, σταδιακώς επέτρεψε σε αρκετούς από αυτούς να ανέλθουν στην καταναλωτική μεσαία τάξη μέσω της κλίμακας της προστιθέμενης αξίας αλλά στη νεοφιλελεύθερη εκδοχή επέδειξε την φοβερή του αδυναμία: ο καλά αμοιβόμενος εργαζόμενος είναι μη ανταγωνιστικός. Η τεράστια δεξαμενή ανέχειας που λέγεται Κίνα έχει ώς αποτέλεσμα 30 χρόνια μετά τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις του Ντενγκ να μπορεί ακόμη το διεθνές κεφάλαιο να εντοπίσει εργατικό δυναμικό πρόθυμο να εργαστεί με μισθούς φτώχειας. Στη Σαγκάη και το Σενζεν οι μισθοί έχουν φτάσει πλέον το επίπεδο της μικροαστικής αξιοπρέπειας (και πάλι μιλάμε για $3-4000 τον χρόνο) αλλά στο εσωτερικό υπάρχουν ακόμα μέρη με αρκετά καλές μεταφορικές υποδομές όπου μπορεί κανείς να στήσει εργοστάσιο χιλιάδων εργαζομένων πρόθυμων να απασχοληθούν για λιγότερο από $1000 τον χρόνο. Αποτέλεσμα είναι ότι οι εργαζόμενοι του υπόλοιπου κόσμου υποφέρουν μισθολογικά. Οι παλαιοί Τίγρεις έχουν καταφέρει να προσφέρουν στους πολίτες τους βιοτικό επίπεδο ανάλογο της ανεπτυγμένης Ευρώπης, οι νέοι Τίγρεις βρίσκονται στο επίπεδο της ανατολικής Ευρώπης (και αν) ενώ η Κίνα αναπτύσσεται προσπαθώντας να διατηρήσει ένα μεγάλο μέρος της προστιθέμενης αξίας των εξαγωγών της στο εσωτερικό της (κλασσικό πρόβλημα της εξαγωγικής ανάπτυξης) μέσω προστατευτικών πρακτικών.
Το κομμουνιστικό μοντέλο είχε το σύνθημα "Να λύσουμε τα προβλήματα της οικονομίας μέσω της Πολιτικής", ξόδευε περισσότερα χρήματα απ'ότι παρήγαγε και μεγάλο μέρων των πόρων διοχετεύονταν στις πολεμικές δαπάνες (λόγω επαναστατικής ανασφάλειας του συστήματος). Οι πολίτες εβλεπαν μία κάποια βελτίωση του βιοτικου τούς επιπέδου αλλά αυτό ποτέ δεν έπιασε την ανεπτυγμένη Δύση, είδαν πραγματικά φτωχές χώρες της νότιας Ευρώπης να ξεπερνάνε πλουσιότερες χώρες της Κεντρικής ενώ οι σαπουνόπερες της Δύσης, όσο ηλίθιες και αν ήταν, ήταν η σταγόνα που ξεχύλισε το ποτήρι και έστειλε τον κόσμο στους δρόμους απαιτώντας να ζουν όπως στην Τολμη και Γοητεία. Ωστόσο η μεγάλη βιομηχανική επιτυχία του συστήματος την δεκαετία του 30 όπως και η έντονη σχέση εθνικισμού και κομμουνισμού στα τριτοκοσμικά απελευθερωτικά κινήματα της αποικιακής εποχής είχε ως αποτέλεσμα να δοκιμαστεί σε αρκετές χώρες του Παγκοσμίου Νότου.
Στην Ελλάδα και την Ευρώπη γενικότερα (αλλά και τον αραβικό κόσμο της εποχής του Νασσερισμού και την τριτοκοσμική Αφρική) το οικονομικό μοντέλο που δοκιμάστηκε ήταν της εθνικής ανάπτυξης της οικονομίας. Πλήρης εκμετάλλευση των πόρων, ανάπτυξη βιομηχανίας για υποκατάσταση εισαγωγών, εξαγωγικός τομέας με σκοπό την πλήρη εκμετάλλευση των τοπικών πόρων και των κενών της παραγωγής της χώρας προορισμού, σε αρκετές περιπτώσεις μέσω διακρατικών συμφωνιών που όριζαν πια είναι τα κενά αυτά παραγωγής. Όταν έβλεπες τα πάντα σε εθνικό επίπεδο η αύξηση των μισθών ήταν κάτι το καλό, επέτρεπε στους εργάτες καταναλωτές να αγοράσουν περισσότερα προϊόντα ενώ το αυξημένο κόστος των προϊόντων ήταν αμελητέο σε σχέση με την αυξημένη κατανάλωση. Σε διεθνές επίπεδο ήταν καταστροφικό, το εργοστάσιο έπαβε να είναι ανταγωνιστικό και σε περίπτωση όπου μέσω τεχνολογίας δεν αντισταθμίζονταν από τον αυτοματισμό (η τεχνοφοβική ελληνική κοινωνία σε πολλές περιπτώσεις δύσκολα έβλεπε τα καλά της, είτε μιλάμε για το ευρύτερο κοινό είτε δυστυχώς για τους εργοστασιάρχες) το εργοστάσιο έλεινε ή μετακινούνταν. Σε πολλές περιπτώσεις τα σοσιαλδημοκρατικά κράτη προσπάθησαν να υποκαταστήσουν την έλλειψη εξωτερικής ζήτησης λόγω έλλειψης ανταγωνιστικότητας με κρατική ζήτηση. Τελικό αποτέλεσμα ήταν κρίση χρέους όπως αυτή που βιώνουμε. Τι την προκαλεί, πως αντιμετωπίζεται και πως βγαίνουμε ίσως την επόμενη φορά (πιθανόν αύριο)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου