Το βράδυ της 29ης είχα πάει στον Πλατανιά μόνος για βόλτα. Οι γονείς μου ήταν σε εστιατόρειο στα Χανιά με φίλους, εγω όμως ήξερα ότι λόγω jet lag δεν μπορούσα να πάω αργά, συν το ότι ανέβαινα το Φαράγγι την επομένη. Περπάτησα κάτι πάνω από ώρα και είδα να έχει κάποιο κόσμο, κυρίως στα εστιατόρεια παρά να περιφέρεται. Τέτοια εποχή κυρίως συνταξιούχοι είχαν μείνει, οπότε δεν γίνονταν και τίποτα το τρελό. Γύρισα στο ξενοδοχείο με το λεωφορείο και έβαλα το ξυπνητήρι για τις 5 το πρωϊ, καθότι το λεωφορείο θα περνούσε 5.20. Ξύπνησα στις 4 με αποτέλεσμα να τρομάξω, αμάν, όλο και νωρίτερα σηκώνομαι αντί για αργότερα; Με ξαναπήρε ο ύπνος και σηκώθηκα στις 5. Ντύθηκα, ήπια νερό και βγήκα έξω. Παρότι κατά το ρολόι μου δεν ήταν 5.20, ήταν εκεί ένα λεωφοριάκι. Ρωτάω κατά πόσον ήταν αυτό το λεωφορείο που περίμενα και αν είχα αργήσει. Μου απαντάει ο οδηγός ότι όντως αυτό ήταν αλλά ότι αυτός είχε έρθει νωρίς. Το λεωφορείο χωρούσε καμιά 30αριά ανθρώπους, δεν ήταν μεγάλο. Μετά από εμένα πήρε την παραλιακή οδό και σταματούσε σε διάφορα ξενοδοχεία όπου τον περίμεναν άνθρωποι σαν εμένα. Στο LIDL στην αρχή του Πλατανιά μας άφησε και ανεβήκαμε σε ένα διώροφο λεωφορείο που μας περίμενε. Καθότι είχα πέσει νωρίς δεν κοιμήθηκα καθόλου σε όλο το ταξίδι εως τον Ομαλό, αντίθετα έβγαζα φωτογραφίες. Ξαναπέρασα πρωϊ τον Πλατανιά και σε αυτή την φάση οι μόνοι όρθιοι ήταν άνθρωποι που περίμεναν μάλλον τουριστικό λεωφορείο, η Αυγουστιάτική φάση της πόλης που δεν κοιμάται ποτέ είχε περάσει. Ανάμεσα Πλατανιά και Χανιά πήραμε και ένα άλλο λεωφορειάκι, ενώ περάσαμε και μέσα από τα Χανιά, πλατεία 1866, και πήραμε κόσμο. Μετα ξεκινήσαμε το σκαρφάλωμα για τον Ομαλό, ο ήλιος ήδη ανέτελνε και το τοπίο ήταν για φωτογραφίες. Ο δρόμος ήταν βελτιωμένος σε σχέση με το πως τον θυμώμουν, αλλά δεν μιλάμε φυσικά για αυτοκινητόδρομο, απλά οι στροφές ήταν πιο φαρδείς και πιο ομαλές. Η ξεναγός μας είχε ανέβει κάπου στα Χανιά και μας μιλούσε: Η απόσταση είναι 14 χιλιόμετρα στον εθνικό δρυμό και άλλα 2,5 εώς την Αγία Ρουμέλη, υψομετρική διαφορά 1200 μέτρα, αν δεν μπορείς τα πρώτα 2 χιλιόμετρα γύρνα πίσω υπάρχει λεωφορείο ΚΤΕΛ για Χανιά, υπάρχουν σταθμοί ανάπαυσης με νερό και άλλα τέτοια. Σημείο συνάντησης ένα εστιατόρειο στην Αγία Ρουμέλη στις 4.30 για να πάρουμε τα εισιτήρια για το πλοίο που ήταν στις 5.30. Η ξεναγός ήταν Γερμανίδα, και μιλούσε σε Ελληνικά, Αγγλικά και Γερμανικά. Στις 7 και φτάσαμε στον Ομαλό όπου αντί να πάμε στο δημοτικό κατάστημα, το οποίο δεν είμαι βέβαιος αν πλέον υπάρχει, έχουν περάσει και 16 χρόνια από την προηγούμενη φορά που πήγα, πήγαμε σε ένα άλλο εστιατόρειο το οποίο μου φάνηκε πανάκριβο, εώς ότου έφαγα στο αεροδρόμιο της Φιλαδέλφειας. Πήρα ένα donut για να φάω και ένα παστέλλι για το Φαράγγι. Μας μοίρασε τα εισιτήρια εισόδου και πήγαμε στην Ξυλόσκαλα. Ωρα 8 μπήκαμε στο Φαράγγι.
Εγω περπατούσα με μάλλον χαλαρό ρυθμό. Έβλεπα κόσμο να με περνάει, περισσότερο πρόσεχα δύο κοπέλες που η μία είχε καθίσει δίπλα μου στο λεωφορείο. Ωστόσο ενώ εγω είχα έναν μάλλον σταθερό ρυθμό, οι κοπέλες με περνουσαν και μετά κάθονταν στον σταθμό ανάπαυσης όπου κάπνιζαν. Οι σταθμοί ανάπαυσης, οι οποίοι όλοι τους είχαν νερό, ήταν η μεγάλη καινοτομία σε σχέση με πριν 16 χρόνια. Επίσης είχαν βάλει παραπάνω κάγγελα στα πρώτα 2 χιλιόμετρα. Τα πρώτα τέσσερα χιλιόμετρα του φαραγγιού ήταν η μεγάλη κάθοδος. Αν και πολύ πιο άνετο από άνοδο, δεν παύει να ήταν κουραστικό και το πρώτο που άρχισε να μου πονάει ήταν οι πατούσες μου. Δεν υπήρχε επίπεδο κομμάτι να πατήσεις, το μονοπάτι ήταν φτιαγμένο κυρίως από μικρά πετραδάκια με αποτέλεσμα να μην είναι καθόλου επίπεδες οι πατούσες. Σε κάποια σημεία το πόδι μου γλίστρησε, σε ένα σημείο γλίστρησα για μερικά εκατοστά όλος, αλλά ευτυχώς σε κανένα σημείο δεν έπεσα. Πάλι καλά διότι δεν ήθελα να μάθω πως είναι το να σε φορτώσουν σε μουλάρι. Στην αρχή έβγαζα συνέχεια φωτογραφίες για τους γονείς οι οποίοι δεν μπορούσαν να έρθουν. Έκοψα κάπου μετά την πρώτη στάση στο πρώτο χιλιόμετρο, αλλά από το 2ο-3ο όπου άρχισα να ακούω και μετά να βλέπω το νερό ξαναξεκίνησα και δεν σταμάτησα μέχρις ότου βγήκα από τον δρυμό. Στα 4 χιλιόμετρα περίπου είναι το χωριό Σαμαριά. Το χωριό εγκαταλήφθηκε όταν έγινε το πάρκο. Ωστόσο είναι ενδιαφέρον να περπατήσεις, χώρια που ήταν γεμάτο κόσμο που ξεκουράζονταν. Βασικό αξιοθέατο είναι ένα σπίτι που άνηκε σε άνθρωπο που είχε πολεμήσει τους Τούρκους, εν τέλει πέρασε σε άλλους συγγενείς οι οποίοι έκαναν το ίδιο και εν τέλει, στην Μάχη της Κρήτης, ήταν το που συνεδρίασε για τελευταία φορά επί Ελληνικού εδάφους η κυβέρνηση πριν διαφύγει στην Μέση Ανατολή και έβγαλε διάγγελμα στον Ελληνικό λαό να συνεχίσει τον αγώνα κατά των κατακτητών. Από το χωριό και μετά η πορεία γίνεται πιο επίπεδη υπό την έννοια ότι δεν κατεβαίνεις πια την πλαγιά. Σε καμία περίπτωση το Φαράγγι δεν έχει ομαλό τμήμα.
Μετά το χωριο πηγαίνει παράλληλα με το ποτάμι, στην κοίτη του οποίου κατεβαίνεις αρκετές φορές. Σε καποια σημεία έχει και ελαφρό σκαρφάλωμα, αλλά όχι κάτι το φοβερό. Ωστόσο η κατάσταση άρχισε να μεσημεριάζει και η θερμοκρασία προβλέπονταν στους 32 Κελσίου. Συνέχισα να περπατάω, να φωτογραφίζω και να πίνω νερό. Προς τα 7-8 χιλιόμετρα, όπου δεν έχει σταθμό ανάπαυσης άρχισε να με πιάνει πολύ κούραση. Ήπια το νερό, έφαγα το παστέλλι και εν τέλει έφτασα στην επόμενο σταθμό μετά μερικά χιλιόμετρα όπου έκανα την μεγαλύτερη παύση. Πάλι δεν νομίζω να σταμάτησα 20 λεπτά, πιθανόν ούτε και 15. Έβαλα νερό και συνέχισα, με τα πόδια μου από τη γάμπα και κάτω να πονάνε όλα. Καταράστηκα τον εαυτό μου διότι δεν είχα κόψει τα νύχια των ποδιών, παρότι όταν δύο ημέρες νωρίτερα τα είχα δει δεν μου φάνηκαν και ιδιαίτερα μακρυά, και ούτε εν τέλει ήταν. Ωστόσο η ενόχληση υπήρχε. Σε κάποια στιγμή πέρασα και τις πύλες, αν και με δεδομένο το πόσο στενό είναι το Φαράγγι γενικά μέχρι τέλους δεν είσαι βέβαιος αν είσαι σε αυτές ή σε προηγούμενη στενωπό. Τέλος έφτασα στην έξοδο του πάρκου, ζήτησα συγνώμη από τον υπάλληλο του δρυμού διότι το εισιτήριο εξόδου είχε διαλυθεί μέσα στην τσέπη του παντελονιού αλλά μου είπε δεν πειράζει αρκεί να μην χάσω το χαρτάκι με το εστιατόρειο στην Αγία Ρουμέλη και μετά ψάχνομαι. Στη έξοδο είχε αναψυκτήρια με φρέσκια πορτοκαλάδα και μετά λίγο και minivan όπου με δύο ευρώ σε πήγαινε Αγία Ρουμέλη. Παρότι πονούσα πλέον αρκετά είπα να κάνω τα τελευταία δύο χιλιόμετρα, τα οποία ήταν πιο επίπεδα από μέσα από τον δρυμό, και να μην εγκαταλλείψω. Σε σχέση με πριν 16 χρόνια μου πήρε παραπάνω, αλλά και πάλι Απρίλιο με Αύγουστο υπάρχει μεγάλη διαφορά στην θερμοκρασία. Στην Αγία Ρουμέλη άλλαξα και έκανα μπάνιο για λίγο πάνω από μισή ώρα. Το νερό του Λυβικού, μετά από την εμπειρία της Καλιφόρνιας, μου φάνηκε κρύο αλλά άνετο. Αν δεν ήταν για το ραντεβού για το εισιτήριο του πλοίου και το φαϊ, αν και παρότι πεινούσα δεν ήμουν του θανατά παρότι δεν είχα φάει σοβαρά, θα είχα κολυμπήσει μία ωρα. Αν μη τι άλλο το μπάνιο βοήθησε να γυμνάσω τους μύες των ποδιών και να ξεπιαστούν κάπως χωρίς να χρειάζεται να σηκώνουν όλο το βάρος του σώματός μου. Αφότου βγήκα από την θάλασσα συνειδητοποίησα ότι η παραλία της Αγίας Ρουμέλης είναι εκείνο η μυθική παραλία που βλέπεις στην τηλεόραση όταν έχει ρεπορταζ παραλίας και στις διαφημίσεις όπου μόνο ωραίοι κάνουν μπάνιο, και όχι σαν το Κολυμπάρι που τέτοια εποχή ήταν γεμάτο συνταξιούχους. Ο κύριος τρόπος να φτάσεις είναι από το Φαράγγι, και ναι μεν είχε ορισμένους παππούδες και γιαγιάδες, αλλά οι περισσότεροι ήταν άνθρωποι σε καλή φυσική κατάσταση. Αν δεν είσαι σε καλή κατάσταση δεν μπορεία να κατέβεις το Φαράγγι. Πήγα και έφαγα σε άλλο εστιατόρειο, μετά πήγα εκεί όπου ήταν η ξεναγός και πήρα το εισιτήριο για το πλοίο. Στα Σούγια μας περίμενα δύο λεωφορεία, ένα για μέσα Χανιά και ένα για δυτικά αυτών. Μπήκα στο δεύτερο και εν τέλει έφτασα στο Κολυμπάρι στις 9 το βράδυ. Είχα μεγάλη δυσκολία με τα πόδια μου να κατεβώ το λεωφορείο, και μου είπε ο οδηγός ότι όσο πιο πολύ περπατήσω τόσο πιο γρήγορα θα μου περάσει. Οι γονείς μου είχαν καθίσει στο εορταστικό τραπέζι, εγώ ανέβηκα επάνω και άλλαξα λίγο και μετά ξανακατέβηκα και έφαγα μαζί τους, προς ευχάριστη έκπληξη τους. Σε σχέση με πριν 16 χρόνια που είχα πάρι στον καφετζή φίλο του πατέρα και μετά σε κλαμπ έστω και μόνος, καμία σχέση. Επίσης δεν θυμάμαι να είχαν πονέσει τόσο τα πόδια μου πριν 16 χρόνια, αλλά και πάλι σκέφτηκα ότι τελευταία φορά που είχα ρίξει γυμναστική πριν το Φαράγγι ήταν 9 ημέρες νωρίτερα πριν φύγω από Φρέσνο. Έπεσα και κοιμήθηκα και την επομένη σηκώθηκα με τα πόδια να συνεχίζουν να πονάνε, αλλά για πρώτη φορά μετά την Ανατολή του Ηλίου.
Εγω περπατούσα με μάλλον χαλαρό ρυθμό. Έβλεπα κόσμο να με περνάει, περισσότερο πρόσεχα δύο κοπέλες που η μία είχε καθίσει δίπλα μου στο λεωφορείο. Ωστόσο ενώ εγω είχα έναν μάλλον σταθερό ρυθμό, οι κοπέλες με περνουσαν και μετά κάθονταν στον σταθμό ανάπαυσης όπου κάπνιζαν. Οι σταθμοί ανάπαυσης, οι οποίοι όλοι τους είχαν νερό, ήταν η μεγάλη καινοτομία σε σχέση με πριν 16 χρόνια. Επίσης είχαν βάλει παραπάνω κάγγελα στα πρώτα 2 χιλιόμετρα. Τα πρώτα τέσσερα χιλιόμετρα του φαραγγιού ήταν η μεγάλη κάθοδος. Αν και πολύ πιο άνετο από άνοδο, δεν παύει να ήταν κουραστικό και το πρώτο που άρχισε να μου πονάει ήταν οι πατούσες μου. Δεν υπήρχε επίπεδο κομμάτι να πατήσεις, το μονοπάτι ήταν φτιαγμένο κυρίως από μικρά πετραδάκια με αποτέλεσμα να μην είναι καθόλου επίπεδες οι πατούσες. Σε κάποια σημεία το πόδι μου γλίστρησε, σε ένα σημείο γλίστρησα για μερικά εκατοστά όλος, αλλά ευτυχώς σε κανένα σημείο δεν έπεσα. Πάλι καλά διότι δεν ήθελα να μάθω πως είναι το να σε φορτώσουν σε μουλάρι. Στην αρχή έβγαζα συνέχεια φωτογραφίες για τους γονείς οι οποίοι δεν μπορούσαν να έρθουν. Έκοψα κάπου μετά την πρώτη στάση στο πρώτο χιλιόμετρο, αλλά από το 2ο-3ο όπου άρχισα να ακούω και μετά να βλέπω το νερό ξαναξεκίνησα και δεν σταμάτησα μέχρις ότου βγήκα από τον δρυμό. Στα 4 χιλιόμετρα περίπου είναι το χωριό Σαμαριά. Το χωριό εγκαταλήφθηκε όταν έγινε το πάρκο. Ωστόσο είναι ενδιαφέρον να περπατήσεις, χώρια που ήταν γεμάτο κόσμο που ξεκουράζονταν. Βασικό αξιοθέατο είναι ένα σπίτι που άνηκε σε άνθρωπο που είχε πολεμήσει τους Τούρκους, εν τέλει πέρασε σε άλλους συγγενείς οι οποίοι έκαναν το ίδιο και εν τέλει, στην Μάχη της Κρήτης, ήταν το που συνεδρίασε για τελευταία φορά επί Ελληνικού εδάφους η κυβέρνηση πριν διαφύγει στην Μέση Ανατολή και έβγαλε διάγγελμα στον Ελληνικό λαό να συνεχίσει τον αγώνα κατά των κατακτητών. Από το χωριό και μετά η πορεία γίνεται πιο επίπεδη υπό την έννοια ότι δεν κατεβαίνεις πια την πλαγιά. Σε καμία περίπτωση το Φαράγγι δεν έχει ομαλό τμήμα.
Μετά το χωριο πηγαίνει παράλληλα με το ποτάμι, στην κοίτη του οποίου κατεβαίνεις αρκετές φορές. Σε καποια σημεία έχει και ελαφρό σκαρφάλωμα, αλλά όχι κάτι το φοβερό. Ωστόσο η κατάσταση άρχισε να μεσημεριάζει και η θερμοκρασία προβλέπονταν στους 32 Κελσίου. Συνέχισα να περπατάω, να φωτογραφίζω και να πίνω νερό. Προς τα 7-8 χιλιόμετρα, όπου δεν έχει σταθμό ανάπαυσης άρχισε να με πιάνει πολύ κούραση. Ήπια το νερό, έφαγα το παστέλλι και εν τέλει έφτασα στην επόμενο σταθμό μετά μερικά χιλιόμετρα όπου έκανα την μεγαλύτερη παύση. Πάλι δεν νομίζω να σταμάτησα 20 λεπτά, πιθανόν ούτε και 15. Έβαλα νερό και συνέχισα, με τα πόδια μου από τη γάμπα και κάτω να πονάνε όλα. Καταράστηκα τον εαυτό μου διότι δεν είχα κόψει τα νύχια των ποδιών, παρότι όταν δύο ημέρες νωρίτερα τα είχα δει δεν μου φάνηκαν και ιδιαίτερα μακρυά, και ούτε εν τέλει ήταν. Ωστόσο η ενόχληση υπήρχε. Σε κάποια στιγμή πέρασα και τις πύλες, αν και με δεδομένο το πόσο στενό είναι το Φαράγγι γενικά μέχρι τέλους δεν είσαι βέβαιος αν είσαι σε αυτές ή σε προηγούμενη στενωπό. Τέλος έφτασα στην έξοδο του πάρκου, ζήτησα συγνώμη από τον υπάλληλο του δρυμού διότι το εισιτήριο εξόδου είχε διαλυθεί μέσα στην τσέπη του παντελονιού αλλά μου είπε δεν πειράζει αρκεί να μην χάσω το χαρτάκι με το εστιατόρειο στην Αγία Ρουμέλη και μετά ψάχνομαι. Στη έξοδο είχε αναψυκτήρια με φρέσκια πορτοκαλάδα και μετά λίγο και minivan όπου με δύο ευρώ σε πήγαινε Αγία Ρουμέλη. Παρότι πονούσα πλέον αρκετά είπα να κάνω τα τελευταία δύο χιλιόμετρα, τα οποία ήταν πιο επίπεδα από μέσα από τον δρυμό, και να μην εγκαταλλείψω. Σε σχέση με πριν 16 χρόνια μου πήρε παραπάνω, αλλά και πάλι Απρίλιο με Αύγουστο υπάρχει μεγάλη διαφορά στην θερμοκρασία. Στην Αγία Ρουμέλη άλλαξα και έκανα μπάνιο για λίγο πάνω από μισή ώρα. Το νερό του Λυβικού, μετά από την εμπειρία της Καλιφόρνιας, μου φάνηκε κρύο αλλά άνετο. Αν δεν ήταν για το ραντεβού για το εισιτήριο του πλοίου και το φαϊ, αν και παρότι πεινούσα δεν ήμουν του θανατά παρότι δεν είχα φάει σοβαρά, θα είχα κολυμπήσει μία ωρα. Αν μη τι άλλο το μπάνιο βοήθησε να γυμνάσω τους μύες των ποδιών και να ξεπιαστούν κάπως χωρίς να χρειάζεται να σηκώνουν όλο το βάρος του σώματός μου. Αφότου βγήκα από την θάλασσα συνειδητοποίησα ότι η παραλία της Αγίας Ρουμέλης είναι εκείνο η μυθική παραλία που βλέπεις στην τηλεόραση όταν έχει ρεπορταζ παραλίας και στις διαφημίσεις όπου μόνο ωραίοι κάνουν μπάνιο, και όχι σαν το Κολυμπάρι που τέτοια εποχή ήταν γεμάτο συνταξιούχους. Ο κύριος τρόπος να φτάσεις είναι από το Φαράγγι, και ναι μεν είχε ορισμένους παππούδες και γιαγιάδες, αλλά οι περισσότεροι ήταν άνθρωποι σε καλή φυσική κατάσταση. Αν δεν είσαι σε καλή κατάσταση δεν μπορεία να κατέβεις το Φαράγγι. Πήγα και έφαγα σε άλλο εστιατόρειο, μετά πήγα εκεί όπου ήταν η ξεναγός και πήρα το εισιτήριο για το πλοίο. Στα Σούγια μας περίμενα δύο λεωφορεία, ένα για μέσα Χανιά και ένα για δυτικά αυτών. Μπήκα στο δεύτερο και εν τέλει έφτασα στο Κολυμπάρι στις 9 το βράδυ. Είχα μεγάλη δυσκολία με τα πόδια μου να κατεβώ το λεωφορείο, και μου είπε ο οδηγός ότι όσο πιο πολύ περπατήσω τόσο πιο γρήγορα θα μου περάσει. Οι γονείς μου είχαν καθίσει στο εορταστικό τραπέζι, εγώ ανέβηκα επάνω και άλλαξα λίγο και μετά ξανακατέβηκα και έφαγα μαζί τους, προς ευχάριστη έκπληξη τους. Σε σχέση με πριν 16 χρόνια που είχα πάρι στον καφετζή φίλο του πατέρα και μετά σε κλαμπ έστω και μόνος, καμία σχέση. Επίσης δεν θυμάμαι να είχαν πονέσει τόσο τα πόδια μου πριν 16 χρόνια, αλλά και πάλι σκέφτηκα ότι τελευταία φορά που είχα ρίξει γυμναστική πριν το Φαράγγι ήταν 9 ημέρες νωρίτερα πριν φύγω από Φρέσνο. Έπεσα και κοιμήθηκα και την επομένη σηκώθηκα με τα πόδια να συνεχίζουν να πονάνε, αλλά για πρώτη φορά μετά την Ανατολή του Ηλίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου